22 Οκτωβρίου 2017

το παραμύθι του χωριού Ρόκα ντι Καλντέ


"Μια φορά κι έναν καιρό,στην απότομη πλαγιά εκείνης της κορυφής που ορθώνεται πάνω από τη λίμνη… εκεί πάνω, ήταν χτισμένο ένα χωριό που ονομαζόταν Καλντέ που, μέρα με τη μέρα, γλιστρούσε ολόκληρο προς το βάθος του γκρεμού. Ήταν ένα πανέμορφο χωριό μ’ ένα καμπαναριό, μ’ ένα κάστρο σκαρφαλωμένο στην κορυφή, μ’ ένα σμάρι σπίτια κτισμένα το ένα πάνω απ’ τ’ άλλο. “Έι…” φώναζαν οι αγρότες και οι ψαράδες του βάθους της κοιλάδας, “προσέξτε, γλιστράτε… φύγετε από εκεί πάνω!” Οι κάτοικοι του χωριού όμως δεν άκουγαν, αντίθετα γελούσαν, αστειεύονταν, κορόιδευαν: “Κάνετε τους πονηρούς, προσπαθείτε να μας τρομοκρατήσετε, για να μας πείσετε να το βάλουμε στα πόδια, να φύγουμε αφήνοντας τα σπίτια και τα χωράφια μας ώστε να τα πάρετε εσείς. Δεν σφάξανε!” Κι έτσι συνέχισαν να ποτίζουν τ’ αμπέλια τους, να οργώνουν τα χωράφια, να παντρεύονται, να κάνουν έρωτα, να πηγαίνουν στη λειτουργία. Ένιωθαν τον βράχο να γλιστράει κάτω από τα θεμέλια των σπιτιών τους, αλλά δεν ανησυχούσαν: “Μια απλή καθίζηση είναι…” καθησύχαζαν τους εαυτούς τους.

Ο μεγάλος βράχος βούλιαζε σιγά σιγά μέσα στη λίμνη. “Προσέξτε, τα πόδια σας είναι ήδη στο νερό!” τους φώναζαν από την ακτή. “Μα τι λέτε, είναι το νερό που τρέχει από τις πηγές, μόνο που είναι πιο υγρό”, έλεγαν· κι έτσι, αργά αλλά αναπόφευκτα, ολόκληρο το χωριό βυθιζόταν στη λίμνη.

Γκλου… γκλου… πλαφ… βυθίζονται σπίτια, άντρες, γυναίκες, δύο άλογα, τρία γαϊδούρια… γκλου… γκλου… Ο ιερέας συνέχισε απαθής να εξομολογεί μια καλόγρια: “Σου δίνω… άφεση… γκλου… αμαρτιών… γκλου… Αμήηη… γκλου…” Ο πύργος εξαφανίζεται, βουλιάζει και το καμπαναριό μαζί με τις καμπάνες: ντον… ντιν… ντοπ… πλοκ…

Ακόμα και σήμερα, διηγιόταν ο γέρος φυσητής του γυαλιού, αν σκύψει κανείς από την άκρη του βράχου που εξέχει σ’ εκείνο το σημείο της λίμνης… κι αν εκείνη τη στιγμή ξεσπάσει μια καταιγίδα και οι αστραπές κατορθώσουν να φωτίσουν το βάθος του νερού, διακρίνεται –απίστευτο πράγμα!– το βουλιαγμένο χωριό, με τα σπίτια και τους δρόμους ακόμη άθικτα, και, σαν σε ζωντανή φάτνη, φαίνονται εκείνοι οι κάτοικοι του παλιού κάστρου, που περπατάνε ακόμα… και πεισματικά επαναλαμβάνουν: “Δεν συνέβη τίποτα”. Τα ψάρια περνάνε μπροστά από τα μάτια τους… δίπλα από τ’ αυτιά τους… “Μην ανησυχείτε!… Είναι μονάχα ένας τύπος ψαριού που έμαθε να κολυμπάει στον αέρα”, σχολιάζουν. “Αψού!” “Γείτσες!” “Ευχαριστώ… έχει λίγη υγρασία σήμερα… είναι πιο νοτισμένα από χθες… αλλά όλα πάνε καλά!” “Έχουν βουλιάξει, αλλά γι’ αυτούς δεν έχει συμβεί απολύτως τίποτα”…"

Ντάριο Φο ,στην τελετή απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας, Στοκχόλμη 1997

Το απόσπασμα της ομιλίας του Ντάριο Φο από τις σελίδες του Καστανιώτη
φωτογραφία : Από τη μπροσούρα του Scottish International Storytelling Festival 2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου